Τροφή: Πριν ξεκινήσω για το μοναστήρι, είδα ένα ντοκιμαντέρ στην τηλεόραση σχετικά με τη σπατάλη τροφής στον ανεπτυγμένο κόσμο. Στην Ευρώπη και στην Αμερική σήμερα το 1/3 της τροφής πετιέται στα σκουπίδια (το μεγαλύτερο μέρος δεν είναι χαλασμένο!): Υπολόγισαν ότι αν χρησιμοποιούνταν η καθ΄ όλα καταναλώσιμη (όχι αλλοιωμένη) τροφή, η οποία πετιέται στα σκουπίδια (επειδή π.χ. δεν καταναλώθηκε την ίδια μέρα κι έχουμε μάθει να τρώμε μόνο σημερινό φαγητό, ή επειδή η πατάτα έχει περίεργο σχήμα κι όχι στρογγυλό), η βρώσιμη τροφή που πετιέται στα σκουπίδια κάθε χρόνο από Αμερικανούς κι Ευρωπαίους θα μπορούσε να θρέψει τους πεινασμένους της γης τρεις φορές!!! Είναι ένα σοκαριστικό εύρημα, που αποκαλύπτει την ύβρη του σύγχρονου πολιτισμού απέναντι στην τροφή.
Και στη χώρα μας, παρά την κρίση, είμαι σίγουρη ότι πετιούνται καθημερινά μεγάλες ποσότητες καταναλώσιμης τροφής, ενώ δίπλα υπάρχουν νοικοκυριά, που δυσκολεύονται να τραφούν σωστά. Η πιο μεγάλη σπατάλη γίνεται όχι τόσο από τα σπίτια ίσως, αλλά από εκείνους που εμπορεύονται την τροφή: Κυρίως τα σούπερ μάρκετ, που κάνουν υπερπαραγγελίες (μη τυχόν και φανούν τα ράφια άδεια και δυσαρεστηθεί ο πελάτης), δεν πωλούνται, και λίγο (ή και αρκετά πριν) από την ημερομηνία λήξης, τα πετούν στους κάδους. Το μυστικό αυτό είναι πολύ καλά γνωστό σε φτωχούς συνταξιούχους, οι οποίοι δυστυχώς καταλήγουν να ψάχνουν στους κάδους των σούπερμαρκετ, γνωρίζοντας ποια ώρα πετιέται τι. Μιλώντας με κοινωνικούς λειτουργούς, αλλά και από απευθείας μαρτυρίες, γνωρίζω ότι πολλοί ηλικιωμένοι μπορεί να έχουν το σπίτι τους, όμως η σύνταξη δεν επαρκεί για ρεύμα, φάρμακα, φαγητό. Πολλοί από αυτούς λοιπόν, μπορεί να μην γνωρίζουν για συσσίτια ή να μην υπάρχουν συσσίτια κοντά τους (αφήστε δε που τώρα το καλοκαίρι έχουν κλείσει πάρα πολλά!). Το τοπικό σουπερ- μάρκετ είναι η πιο κοντινή ‘λύση’ για την καθημερινή τους σίτιση. Βάζουν την αξιοπρέπειά τους κάτω και ψάχνουν νύχτα ή ξημερώματα, όταν π.χ. αφήνουν τα σούπερ μάρκετ τα προ-λήξης γάλατα απ΄έξω. Τα σουπερμάρκετ επίσης γνωρίζουν το θέμα, και η απάντηση αρκετών ήταν να εγκαταστήσουν σεκιούριτι για τα πεταγμένα προϊόντα.Εφόσον δεν καταλαβαίνουμε διαφορετικά και συνεχίζουμε να υβρίζουμε τη φύση κατά αυτόν τον τρόπο (όλη η τροφή προέρχεται από έναν ζωντανό οργανισμό που δίνει τη ζωή του για να τραφούμε εμείς), ίσως ο μόνος τρόπος για να καταλάβουμε θα είναι να μας κάνει η ίδια η φύση να πούμε το ψωμί, ψωμάκι.
Στο μοναστήρι δεν πετιέται τίποτα. Χρειάζεται καλή διαχείριση και παραπάνω δουλειά, για να ξεδιαλέξεις, ποια μπορούν να φαγωθούν ακόμη, ποια πάνε στα ζώα, ποια πάνε στο κομπόστ, αλλά είναι μια δουλειά που αξίζει τον κόπο, όσο και αν σνομπάρουμε «τι, με τα παλιά θα ασχολούμαι τώρα?» Όταν έχεις βιώσει τι κόπο θέλει να παραχθεί αυτή η τροφή, τι κόπο καταβάλλει η ίδια η φύση, τι θυσιάζει εκείνη για να θρέψει εμάς, εκτιμάς την τροφή διαφορετικά. Και η φύση το βλέπει αυτό, όπως βλέπει και το αντίθετο. Τα χιλιάδες ζώα που σκοτώνονται τζάμπα, γιατί εμείς πετάμε το κρέας τους ή γιατί υπερ-καταναλώνουμε κρέας για λαιμαργία. Ο Θεός βλέπει ότι τεράστιες εκτάσεις στην Αφρική έχουν αρπαγεί από μεγαλο-πολυεθνικές για να μονοκαλλιεργούν κακάο, τριαντάφυλλα, και φασόλια, που στέλνονται κατευθείαν στους καλοχορτασμένους Ευρωπαίους, αφαιρώντας και μολύνοντας πολύτιμη γη από τους ντόπιους που πεινούν. Και βέβαια οι καλοχορτασμένοι Ευρωπαίοι, τα μισά τα πετάνε. Μπορεί εμείς να μη το βλέπουμε, όμως και ο Θεός και η φύση τα βλέπουν.
Μια δουλειά στο μοναστήρι που με στεναχώρησε ήταν όταν χρειάστηκε να κόβω τα χαλασμένα άνθη της κολοκυθιάς. Το άνθος ξεκινούσε να γίνεται κολοκυθάκι και μαράζωνε ή το άνθος ξεραινόταν. Ήταν πάνω από τα μισά. Γιατί? Τι συνέβη και τα περισσότερα άνθη δεν έδιναν καρπό? «Οι μέλισσες δεν έκαναν την επικονίαση ή την έκαναν πολύ αργά», ήταν η απάντηση της αδελφής. Ξαφνικά με έπιασε ένα δέος. Η εικόνα μου θύμιζε σαν τις πληγές της Αιγύπτου, πριν την έξοδο του Μωυσή. Υπερβολή? Είναι μια περίπτωση όπου η φύση δεν κάνει αυτό που νιώθει φυσικά να κάνει, αυτό που θεωρούμε δεδομένο ότι θα κάνει και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για αυτό: Ο άνθρωπος εδώ δεν έχει τον έλεγχο. Δεν μπορεί να διατάξει τις μέλισσες να κάνουν την επικονίαση σωστά. Δεν μπορεί να τις υποχρεώσει ή να τις ελέγξει. Οι μέλισσες υποφέρουν και πεθαίνουν γιατί έχουν μολυνθεί πολύ από τα χημικά που ο άνθρωπος εξακολουθεί να χρησιμοποιεί. Ακόμη και να σταματάγαμε τώρα, οι μέλισσες έχουν το πάνω χέρι κι εκείνες θα αποφασίσουν αν και τι και πώς θα το κάνουν. Εμείς κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου, ότι θα βρούμε ένα ακόμη τεχνικό φιξάρισμα, που θα μας επιτρέψει να κάνουμε ό,τι θέλουμε χωρίς απώλειες. Φοβάμαι ότι το ξύπνημα θα είναι απότομο. Η μικρή εικόνα με τα κολοκυθάκια, μου φάνηκε σαν άσχημος οιωνός για κάτι πολύ βαθύτερο.
Από την άλλη μεριά, η εργασία με τη φύση και την παραγωγή τροφής με βοήθησε πολύ, όσον αφορά την υγεία μου. Παρότι η σωματική εργασία είναι πολύ περισσότερη από ότι στην Αθήνα, αισθανόμουν πολύ λιγότερο κουρασμένη. Δεν υπήρχε το «τώρα με έπιασε λιγούρα για φράουλες ή κρέας ή ντομάτες», καθώς τρώγαμε ΜΟΝΟ ό,τι παράγει το περιβόλι εκείνη την ημέρα κι όχι ό,τι θέλουμε. Όμως η πείνα και οι λιγούρες σταμάτησαν και έτρωγα λιγότερο, νιώθοντας καλύτερα. Όταν το σώμα εναρμονίζεται με τη φύση, οι ανάγκες του αλλάζουν. Η υγεία και μόνο θα ήταν το ένα ισχυρό επιχείρημα να επιστρέψουμε οι Έλληνες και να καλλιεργήσουμε τη γη μας, που την έχουμε εγκαταλείψει, η οποία μπορεί να μας θρέψει, την οποία χρειάζεται να ξαναπονέσουμε, να ξαναδεθούμε μαζί της (ώστε να μην την πουλάμε, όπως τώρα). Πρέπει να ξαναδεθούμε με τη γη που μας μεγάλωσε. Να την ξαναεκτιμήσουμε. Αυτή μας μεγάλωσε, όχι οι Ευρωπαίοι εταίροι και τα ομόλογά τους. Ίσως η ανάγκη μας οδηγήσει, αλλά σε κάθε περίπτωση θα μας κάνει καλό να την ξαναθυμηθούμε με σεβασμό.
Αρκούδες νεκρές, πόσες φορές ακόμη…. Και δεν είναι μόνο η ελληνική γη που δεν σεβόμαστε. Είναι και τα ζώα της. Δεν μιλώ μόνο για την κακοποίηση και παραμέληση ζώων, που τώρα με την αφορμή της κρίσης έχει επιδεινωθεί, και πού εδώ και δεκαετίες προκαλεί αποτροπιασμό σε πολλούς στο εξωτερικό, και αποφεύγουν να επισκεφτούν τη χώρα μας ειδικά για αυτό το λόγο. Εκείνη η οδός Σιάτιστα –Κρυσταλλοπηγή πια! Δεν είναι να κλείσει αυτός ο έρμος δρόμος, μια και καλή να σταματήσουν να σκοτώνονται αρκούδες πια…200 έχουν μείνει όλες κι όλες, κι έχουν βαλθεί να τις ξεκάνουν. Τρέχουν, τρέχουν και ξανατρέχουν, ενώ έχουν σκοτωθεί τόσες και τόσες. Πέρα από την αδιαφορία του κράτους: οι ίδιοι οι οδηγοί. Τρέχουν. Ερχόμενη στο μοναστήρι, είδα μια σπασμένη χελώνα στα δύο. Ο δρόμος ήταν γεμάτος στροφές, ούτως ή άλλως έπρεπε να πηγαίνει κανείς αργά. Δεν δικαιολογούνταν να έχει πατήσει χελώνα. Ούτε του πετάχτηκε ξαφνικά στο δρόμο! Όπως συνηθίζω να κάνω, όταν είναι ασφαλές, πήρα την νεκρή χελώνα στην άκρη του δρόμου. Αν ήμασταν εμείς πτώματα στη μέση του δρόμου, δεν θα μας άρεσε να μας αφήσουν να λιώσουμε από τα ξαναπάτημα μέχρι να γίνουμε σκόνη. Αυτά που γίνονταν στο μεσαίωνα στους ανθρώπους, τώρα τα κάνουμε στα ζώα, και κάποτε θα φαινόμαστε σαν απόλυτος μεσαίωνας στους μελλοντικούς. Αν βρισκόταν ένα άλλο είδος, που να μας φερόταν, όπως φερόμαστε εμείς στα ζώα, πώς θα μας φαινόταν αλήθεια?